Η λέξη prepper προέρχεται από την αγγλική λέξη prepare, η οποία σημαίνει προετοιμάζω. Έτσι λοιπόν, θέλοντας να ονομάσουν το άτομο που προετοιμάζεται (συνήθως για μια πολύ άσχημη κατάσταση επιβίωσης) κατέληξαν στη λέξη prepper. Δηλαδή αυτός που προετοιμάζεται. Ο προετοιμάζων στα ελληνικά. Κατά κάποιους prepper (προετοιμαζων ελληνιστί) είναι κάποιος ο οποίος προετοιμάζεται ενεργά σε σενάρια οποιασδήποτε χειρότερης